ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΝΥΧΤΑ
Τον εαυτό της η νύχτα τον άπλωσε γρήγορα.
Περιπλανά το βλέμμα της, όλα ασάλευτα.
Παρατηρεί τους πέτρινους ίσκιους, σταλάζουν υγρασία σαν πικρά δάκρυα.
Κοκκινίζει!
Θέλει ν' αλλάξει την εικόνα.
Ν' απαλύνει το μαύρο πέπλο της.
Ένα τρυφερό φιλί σαν συγνώμη να σκορπίσει στην έρημη
κι απογυμνωμένη γη.
Στα σκοτεινά πρόσωπα, κάτω από τα κεραμίδια, που έχουν είδη
συνειδητοποιήσει την ανεπάρκεια της ημέρας.
Κοιτάζει γύρω.
Κάποιος άφησε μια πόρτα ανοιχτή.
Μπαίνει ανάλαφρα και στέκει.
Μέσα στην κάμαρα το μελά χρώμα ανθοφορεί.
Η σελήνη άφαντη έξω από το τζάμι.
Μια καρδιά χτυπά σαν σονάτα θλιμμένη.
Ανεκπλήρωτα και ανομολόγητα όνειρα αργοπεθαίνουν,
κάτω από τα βλέφαρα.
Οργίζεται!
ύπνε γιατί δεν ευφραίνεις του γήινου την κλίνη;
Συμπονά!
Είναι υποχρεωμένη ν' ανασυνθέσει, να κατασκευάσει από την αρχή
καινούργια όνειρα, πριν την αυγή.
Ορμά στον κήπο του ουρανού τ' αστέρια κοιμούνται.
Χλομιάζει!
Με βαριά βήματα προχωρεί πάνω στα σύννεφα.
Άγγελοι με χαμόγελα εμπρός της, την χαιρετούν.
Κάποιος σκύβει, ευλαβικά με τ' ακροδάχτυλο την αγγίζει, κάτι της ψιθυρίζει...
Στη στιγμή υπέρλαμπρα αστέρια ξεπροβάλλουν.
Λευκός γίνεται ο ύπνος κάτω από τις στέγες.
Χρειαζόμαστε τους μύθους για να ελπίζουμε και να συνεχίζουμε...
Τον εαυτό της η νύχτα τον άπλωσε γρήγορα.
Περιπλανά το βλέμμα της, όλα ασάλευτα.
Παρατηρεί τους πέτρινους ίσκιους, σταλάζουν υγρασία σαν πικρά δάκρυα.
Κοκκινίζει!
Θέλει ν' αλλάξει την εικόνα.
Ν' απαλύνει το μαύρο πέπλο της.
Ένα τρυφερό φιλί σαν συγνώμη να σκορπίσει στην έρημη
κι απογυμνωμένη γη.
Στα σκοτεινά πρόσωπα, κάτω από τα κεραμίδια, που έχουν είδη
συνειδητοποιήσει την ανεπάρκεια της ημέρας.
Κοιτάζει γύρω.
Κάποιος άφησε μια πόρτα ανοιχτή.
Μπαίνει ανάλαφρα και στέκει.
Μέσα στην κάμαρα το μελά χρώμα ανθοφορεί.
Η σελήνη άφαντη έξω από το τζάμι.
Μια καρδιά χτυπά σαν σονάτα θλιμμένη.
Ανεκπλήρωτα και ανομολόγητα όνειρα αργοπεθαίνουν,
κάτω από τα βλέφαρα.
Οργίζεται!
ύπνε γιατί δεν ευφραίνεις του γήινου την κλίνη;
Συμπονά!
Είναι υποχρεωμένη ν' ανασυνθέσει, να κατασκευάσει από την αρχή
καινούργια όνειρα, πριν την αυγή.
Ορμά στον κήπο του ουρανού τ' αστέρια κοιμούνται.
Χλομιάζει!
Με βαριά βήματα προχωρεί πάνω στα σύννεφα.
Άγγελοι με χαμόγελα εμπρός της, την χαιρετούν.
Κάποιος σκύβει, ευλαβικά με τ' ακροδάχτυλο την αγγίζει, κάτι της ψιθυρίζει...
Στη στιγμή υπέρλαμπρα αστέρια ξεπροβάλλουν.
Λευκός γίνεται ο ύπνος κάτω από τις στέγες.
Χρειαζόμαστε τους μύθους για να ελπίζουμε και να συνεχίζουμε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου